Προσιτή Κατοικία: Μια απαίτηση της εποχής που φέρνει αλλαγές στο γυαλί
Προσιτή Κατοικία:
Μια απαίτηση της εποχής που φέρνει αλλαγές στο γυαλί
Η προσιτή κατοικία επαναπροσδιορίζει τον κλάδο των κατασκευών. Με τη βιωσιμότητα και την ενεργειακή αποδοτικότητα στο επίκεντρο, η ζήτηση για αρχιτεκτονικό γυαλί εξελίσσεται, φέρνοντας καινοτομίες που συνδυάζουν το προσιτό κόστος με την υψηλή απόδοση.

Η προσιτή κατοικία δεν είναι απλώς ένα ζήτημα κοινωνικής ευαισθησίας, αλλά μια παγκόσμια ανάγκη που επηρεάζει τις επενδυτικές τάσεις στην αγορά ακινήτων. Ως όρος, αναφέρεται σε κατοικίες που είναι οικονομικά προσβάσιμες για νοικοκυριά μεσαίων και χαμηλών εισοδημάτων, καλύπτοντας τις βασικές ανάγκες στέγασης χωρίς να θυσιάζουν την ποιότητα ζωής των ενοίκων. Συγκεκριμένα, «προσιτή» έχει οριστεί η στέγη που κοστίζει σε ένα νοικοκυριό λιγότερο από το 30% του εισοδήματός του. Στη χώρα μας το 2022, σύμφωνα με τη Eurostat, το κόστος της στέγης ξεπερνούσε το όριο αυτό και αντιστοιχούσε στο 34,2% του διαθέσιμου εισοδήματος των ελληνικών νοικοκυριών. Η έλλειψη προσιτής στέγης, που παρατηρείται σε πολλές χώρες, οδηγεί σε μια νέα προσέγγιση αναφορικά με τον σχεδιασμό και την κατασκευή κτιρίων, δημιουργώντας παράλληλα προκλήσεις και ευκαιρίες για τον κλάδο του αρχιτεκτονικού γυαλιού.
Δεν είναι τυχαίο ότι ήδη κορυφαίοι όμιλοι, όπως ο AKTOR και η Dimand, έχουν εκφράσει έντονο ενδιαφέρον για την προσιτή κατοικία. Όπως αναφέρει ο Διευθύνων Σύμβουλος της Dimand, Δημήτρης Ανδριόπουλος, σε άρθρο που υπογράφει ο ίδιος στην ιστοσελίδα της εταιρείας, «η κοινωνική κατοικία είναι ένα από τα σοβαρότερα κοινωνικά, πολιτικά και οικονομικά θέματα», που καλείται να αντιμετωπίσει ο κλάδος των κατασκευών και η κοινωνία εν γένει. «Η κοινωνική κατοικία οφείλει να είναι κομβικός παράγοντας του αστικού σχεδιασμού και της κοινωνικής πολιτικής, στοχεύοντας να προσφέρει προσιτή στέγη σε όσους δεν μπορούν να ανταπεξέλθουν στο επίπεδο των τιμών που έχουν διαμορφωθεί στην αγορά», επισημαίνει ο κ. Ανδριόπουλος.
Η ανάπτυξη κτιρίων προσιτής κατοικίας δεν περιορίζεται στην κάλυψη των βασικών αναγκών στέγασης, αλλά επιδιώκει να δημιουργήσει ζωντανούς, ασφαλείς και φιλόξενους χώρους διαβίωσης. Τα έργα αυτά συχνά αφορούν την ανακαίνιση υφιστάμενων κτιρίων με στόχο τη βελτίωση της ενεργειακής απόδοσης και την αύξηση της ανθεκτικότητας και της διάρκειας ζωής τους, ενώ ταυτόχρονα σχεδιάζονται νέες, βιώσιμες γειτονιές, όπου συνυπάρχουν κατοικίες για όλα τα εισοδήματα, τόσο προσιτές όσο και ακριβότερες.
Η τάση αυτή έχει σημαντικές επιπτώσεις στη χρήση του αρχιτεκτονικού γυαλιού. Στο πλαίσιο της προσιτής κατοικίας, τα υλικά πρέπει να συνδυάζουν χαμηλό κόστος, αντοχή και ενεργειακή απόδοση. Το γυαλί χαμηλής εκπομπής (Low-E) και το γυαλί ηλιακού ελέγχου, για παράδειγμα, συμβάλλουν στη μείωση της ενεργειακής κατανάλωσης και στη βελτίωση της ποιότητας του εσωτερικού περιβάλλοντος, αποτελώντας μια βιώσιμη λύση σε περιοχές με έντονες έως ακραίες κλιματολογικές συνθήκες.
Επιπλέον, η αυξημένη ζήτηση για γυαλί στις κατασκευές προσιτής κατοικίας οδηγεί τις καινοτόμες εταιρείες του κλάδου στην αναζήτηση νέων λύσεων, που συνδυάζουν οικονομία κλίμακας με υψηλή ποιότητα. Τεχνολογίες όπως το αυτοκαθαριζόμενο γυαλί και τα φωτοβολταϊκά ενσωματωμένα συστήματα αρχίζουν να εντάσσονται σε τέτοια έργα, αφού, παρά τη μεγαλύτερη αρχική δαπάνη τους, εξασφαλίζουν μακροπρόθεσμη εξοικονόμηση κόστους και ενέργειας.
Το 2025 αναμένεται να είναι μια χρονιά στην οποία η συζήτηση για την προσιτή κατοικία θα συνεχίσει να βρίσκεται στο προσκήνιο, με νέες προσεγγίσεις που ενσωματώνουν την τεχνολογία και τη βιωσιμότητα. Η δυναμική αυτή δημιουργεί προκλήσεις για τους επαγγελματίες του χώρου, αλλά ταυτόχρονα προσφέρει την ευκαιρία να επαναπροσδιορίσουν τη χρήση υλικών όπως το γυαλί, συνδυάζοντας αισθητική, λειτουργικότητα και προσιτό κόστος.